- Ντονιτσέτι, Γκαετάνο
- (Gaetano Donizetti, Μπέργκαμο 1797 – 1848). Ιταλός μουσικός. Από φτωχή οικογένεια, άρχισε νεώτατος να σπουδάζει μουσική - πρώτα στο Μπέργκαμο και κατόπιν στη Μπολόνια. Πολύ γρήγορα ασχολήθηκε με το μελόδραμα και παρουσίασε την πρώτη του όπερα το 1818 στη Βενετία με τίτλο Ερρίκος της Βουργουνδίας - έργο χωρίς πρωτοτυπία, που δε γνώρισε πολλή επιτυχία. Μόνο με τη Ζοραΐδα της Γρανάδας, που παίχτηκε στη Ρώμη το 1822, κέρδισε την εύνοια του κοινού και οι ιμπρεσάριοι άρχισαν να του ζητούν έργα. Από τη στιγμή αυτή άρχισε η αστείρευτη παραγωγή του: έγραψε όπερες σοβαρές και όπερες «μπούφες» (από το 1822 ως το 1830 συνέθεσε περίπου 26 έργα), από τις οποίες ξεχωρίζει για τη γρήγορη και ρέουσα κωμικότητα του Ο δάσκαλος σε δύσκολη θέση που ανεβάστηκε το 1824 στη Ρώμη με μεγάλη επιτυχία.
Μετά το γάμο του (1828), αρχίζει μια δεύτερη περίοδος (σύντομη και έντονη) της ωριμότητάς του: από το 1830 ως το 1835 ο Ν. έγραψε τα έργα που του χάρισαν την αθανασία: Άννα Μπολένα (1830), Ελιξήριο του έρωτα (1832), Λουκρητία Βοργία (1833), Λουκία ντι Λαμερμούρ (1835). Ο ποιητικός κόσμος του Ν. έπαιρνε μια πρωτότυπη μορφή στη λεπτή ψυχολογική περιγραφή των ηρώων και στην ομορφιά των μελωδιών, στις οποίες μια συγκρατημένη δραματικότητα μετέφερε, κατά κάποιον τρόπο μετριάζοντάς τα, τα σκοτεινά και θολά θέματα του Βορρά στο θερμό και ονειροπόλο τοπίο του λατινικού πάθους. Η συνάντηση του Ν. με τον Ουώλτερ Σκοτ (Λουτσία ντι Λαμερμούρ) και με τα θέματα του βυρωνισμού της εποχής, αντιπροσωπεύει (με όλα τα συμβατικά στοιχεία του λογοτεχνικού ρεπερτορίου, από το «μαύρο» μυθιστόρημα ως τις ωδές του νεκροταφείου, και τις ονειροπολήσεις στο φως του φεγγαριού) την πρώτη διείσδυση του ρομαντικού ευρωπαϊκού πνεύματος στην ιταλική όπερα, που αργότερα ο Βέρντι θα συνεχίσει προς την ίδια κατεύθυνση αλλά με ευρύτερη δραματική πνοή.
Η ευτυχής όμως περίοδος της Λαμερμούρ δεν κράτησε πολύ: το 1836, ο Ν. είδε να πεθαίνουν οι γονείς του καί ένα από τα κοριτσάκια του· τον επόμενο χρόνο πέθανε και η γυναίκα του που ήταν από καιρό άρρωστη.
Ο Ν. άρχισε να ταξιδεύει στην Ιταλία, καταφεύγοντας έπειτα στο Παρίσι, όπου το 1840 παρουσίασε δύο σημαντικές όπερες διαφορετικού είδους, μια σοβαρή και μια «μπούφα»: Η ευνοουμένη και Το κορίτσι του συντάγματος, που ενθουσίασαν το παρισινό κοινό. Το 1842 παρουσιάστηκε στη Βιέννη με το έργο Λίντα του Σαμονί, που τόσο άρεσε στο κοινό και στους βασιλιάδες, ώστε ο συνθέτης διορίστηκε διευθυντής χορωδίας και συνθέτης της αυλής. Τον επόμενο χρόνο όμως ο Ν. επέστρεψε στο Παρίσι, όπου παρουσίασε τον υπέροχο Ντον Πασκουάλε: αυτός ήταν ο τελευταίος του θρίαμβος. Λίγα χρόνια αργότερα η αποτυχία των τριών έργων του Κατερίνα Κορνάρο, Ντον Σεμπαστιάνο και Ο δούκας της Άλμπα, η οποία οφείλεται και στη διαφορετική στάση της αστικής τάξης που έβλεπε με υποψία πια το μελόδραμα, γιατί αυτό είχε προσχωρήσει στις φιλελεύθερες ιδέες της εποχής, συνέβαλε στην πρώιμη παρακμή του συνθέτη. Το 1846 οι συγγενείς και οι φίλοι του αποφάσισαν να τον κλείσουν σε ψυχιατρείο. Δύο χρόνια αργότερα πέθανε στο Μπέργκαμο.
Το έργο του Γκαετάνο Ντονιτζέτι σημειώνει τη διείσδυση του ρομαντικού ευρωπαϊκού πνεύματος στην ιταλική όπερα (Μιλάνο, Συλλογή Μπερτραρέλι).
Dictionary of Greek. 2013.